Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2009

ΠΡΩΤΗ ΓΗ

Οριακή Φιλοσοφία..

.. η φιλοσοφία των όρων; των ορέων; των ορίων; ή μήπως των ορ(γ)ίων; Μάλλον πρόκειται, για έναν τρόπο σύλληψης του κόσμου, ικανόν να εξίσταται ως τα όρια των δυνατοτήτων μας,

.. ανάλογο μ’ εκείνον των πρώτων, ορ(γ)ιακών, ή οργιαστικών τελετών, της ένωσης των ανθρώπων με το άπειρο. Ένας τρόπος σκέψης που προκύπτει, από τη χρήση και κατανόηση της.. πρώτης εκείνης γλώσσας, που ονομάζουμε ελληνική.


Η Πρώτη Γη..

.. την αναζητούμε κατευθυνόμενοι, προς το βάθος ενός μυστικού (πλέον) πυρήνα. Που κάποτε (όμως), μας ήταν απέραντα οικείος.. Τώρα, μένει ως αίνιγμα στο νου, αλλά ζωντανή ακόμη στην ανάμνηση.. Μήπως είναι, η γης που πρωτοκατοικήσαμε, ως ενσώματα όντα; μήπως..

.. μία γης που χάσαμε; εξ’ αιτίας κάποιας ανοησίας μας; μήπως, ο παράδεισος κάποιων προπατόρων και προμητόρων μας; Πιθανόν η Φύσις, που ακόμη, δονείται γύρω μας, σαν ένας ζωντανός οργανισμός που μας θηλάζει, αλλά την αγνοούμε, εξ’ αιτίας μιας λανθάνουσας επικάλυψης, στην επιφανειακή πλέον νοημοσύνη μας..

Η Πρώτη Γη, είναι ένα έργο αναζήτησης του βάθους, που ξεκινά, με το σχίσιμο της επιφάνειας. Ή αλλιώς, του εικονικού κόσμου, στον οποίον εκπαιδευτήκαμε να ζούμε. Σ’ αυτόν, τοποθετούμε τέσσερις πύλες – σε πρώτη φάση εικονικές – ώστε να είναι συμβατές, τέσσερις πύλες που στοχεύουν όμως, προς την υπέρβαση της εικονικότητάς τους..

Δηλαδή, προς την κατανόηση μιας άλλης διάστασης… δια της οποίας θα οδηγηθούμε, από το στιγμιαίο, προς το ζωντανό και άχρονο παρόν. Τις ονομάζουμε, Πύλες Εισόδου, εννοείται, προς την Πρώτη Γη.

Πλησιάζοντάς τες, η αναγνώστρια και ο αναγνώστης, απολαμβάνει ένα απέραντο αντιληπτικό πεδίο, εντός του οποίου, έχει όλο το χώρο και το χρόνο για ν’ αποφασίσει, την είσοδό του.. Την είσοδό του σ’ έναν κόσμο, που φαίνεται νέος, αλλά μας είναι γνωστός από παλιά. Πριν απ’ τη γέννηση; Από μια προηγούμενη ζωή; Ή μάλλον καλύτερα:

.. που μας είναι γνωστός εσωτερικά.

Το πρώτο μέρος του έργου λοιπόν, ζωντανεύει τις Πύλες της εισόδου. Ενώ το δεύτερο, που αποκτούμε αν αποφασίσουμε να εισέλθουμε, μας ταξιδεύει ‘Εντός των Πυλών’, αλλά πολύ προσεκτικά. Διότι εντός τους, βρίσκεται το ‘απόλυτο βάθος’, που οπτικά, μοιάζει αρκετά με τον κρατήρα ενός ηφαιστείου. Η πτώση επομένως των επισκεπτών θα ήταν βέβαιη, αν δεν προβλέπαμε, να τοποθετήσουμε εντός των Πυλών, μια ασφαλή γυάλινη επιφάνεια, από την οποία, ο κρατήρας του ‘βάθους’, (της νέας δηλαδή διάστασης που παρουσιάζω) μπορεί να παρατηρείται εκ του ασφαλούς.

Στη συνέχεια, για όσα άτομα αποφασίσουν την κάθοδό τους προς αυτό, έχει χαραχτεί ένα ελικοειδές μονοπάτι, στα χείλη του γκρεμού, κατευθυνόμενο με όλους τους όρους ασφαλείας, προς τον απύθμενο πυθμένα του. Εννοείται, πως στο ταξίδι αυτό, υπάρχει επιστροφή. Διότι η ‘Πρώτη Γη’, είναι ένα έργο που μοιάζει πιο πολύ με χάρτη, σχεδιασμένον για κάθε επιπέδου ταξιδιώτες, από αρχάριους και ερασιτέχνες, μέχρι τους απολύτως έμπειρους στις καταδύσεις.

Το δεύτερο μέρος του έργου, ονομάζεται ‘Αγορά’. Συνεπώς, εντός των Πυλών, δεν παρουσιάζουμε απ’ ευθείας το απύθμενο βάθος τους, αλλά μία αγορά, στην οποία κάθε άτομο, μπορεί να ενημερωθεί για το ταξίδι, να συναντήσει συνταξιδευτές, να αποκτήσει τον απαραίτητον εξοπλισμό, να εκπαιδευτεί, να δοκιμαστεί, και τέλος (αν είναι τυχερό) να επιλεγεί, για την τελική – και αληθινή – κατάδυση. Εννοείται ότι στο πεδίο της αγοράς, πολλά πράγματα είναι ακόμη εικονικά, αν θέλετε δοκιμαστικά, ώστε να επιτευχθεί η απαιτούμενη συμβατότητα με το ανθρώπινο πεδίο, το οποίο, για μας, τα όντα του βάθους, είναι ο κόσμος μιας περίπλοκης εικονικότητας.

Το τρίτο μέρος του έργου, ονομάζεται ‘Η φιλοσοφία’. Ίσως περισσεύει να πω, πως δεν πρόκειται για κάποια γνωστή, ανθρώπινη φιλοσοφία. Ούτε για ένα προϊόν εξέλιξης, του γνωστού ανθρώπινου τρόπου σκέψης, γι’ αυτό και απαιτείται μια ιδιαίτερη προετοιμασία, πριν την επαφή με αυτήν. Στο τρίτο μέρος, παρουσιάζεται ένας τρόπος σκέψης, που θα τον έλεγα: βιο-λογικό, γι’ αυτό και απρόσιτο, στον μέσο ανθρώπινο νου, που έχει εκπαιδευτεί να αντιλαμβάνεται τον κόσμο δια των παραστάσεων, αντί δια των βιωμάτων και του λόγου.

Το τρίτο μέρος, είναι το πεδίο όπου συν-τίθενται οι όροι της λογικής, μιας λογικής που μοιάζει αρκετά με τη ‘διαλεκτική’ των αρχαίων Ελλήνων, και αποκαλούμε ‘οριακή’, εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι η διαλεκτικότητά της, εκτείνεται ως τα όρια των νοητικών και βιωματικών μας δυνατοτήτων.

Σήμερα, οι άνθρωποι – όσοι εξ’ αυτών σκέπτονται – χρησιμοποιούν συνήθως την γνωστή μας ‘τυπική λογική’, που εμείς αποκαλούμε μονοδιάστατη. Χαριτολογώντας, λέμε ότι βλέπουν με το ένα μάτι, ακούν με το ένα τους αφτί, επεξεργάζονται τα δεδομένα με το ένα ημισφαίριο του εγκεφάλου τους, και καταλήγουν αναγκαστικά σε ένα μόνον αποδεκτό αποτέλεσμα, φοβούμενοι, πως αν χρησιμοποιήσουν περισσότερα στοιχεία – ή δυνατότητες – θα πέσουν σε αντιφάσεις. Ο τρόπος αυτός συλλογισμού και αντίληψης του κόσμου, τους οδήγησε σε μια σκέψη επιφανειακή, που χρησιμοποιεί από τον εγκέφαλο μόνον τον φλοιό του.

Με αποτέλεσμα το απύθμενο βάθος του να παραδίδεται, σ’ έναν αιώνιον ύπνο που αποκαλούν, υποσυνείδητο και ασυνείδητο.